Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2012

Ο Voyager στις εσχατιές του ηλιακού συστήματος



Έχουν περάσει 35 χρόνια από τότε που έφυγε από τη Γη. Και ενώ απέχει περισσότερα από 18 δισεκατομμύρια μίλια από τον πλανήτη μας, το αμερικανικό διαστημόπλοιο Voyager 1, που εκτοξεύτηκε στις 5 Σεπτεμβρίου του 1977, βυθίζεται σε έναν κόσμο που παρέμενε μέχρι σήμερα ανεξερεύνητος, διευρύνοντας τα όρια κατανόησης του ηλιακού συστήματος.

Αρκετές ομάδες ειδικών αναλύουν τα δεδομένα που μεταδίδονται από το διαστημόπλοιο και παρέχουν νέες πληροφορίες σχετικά με τα όρια του ηλιακού μας συστήματος, όπως αποδεικνύεται από ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε σήμερα σχετικά με μια «ενδιάμεση περιοχή» πριν από τα σύνορα με το διαστρικό διάστημα, «την ηλιόπαυση».

Το πρόγραμμα εξερεύνησης Voyager της NASA - το Voyager 2 εκτοξεύτηκε σε άλλη τροχιά έπειτα από ένα μήνα - είχε ως στόχο τη μελέτη των πιο μακρινών πλανητών του ηλιακού μας συστήματος, Δία, Κρόνου, Ουρανού και Ποσειδώνα.

Από τότε οι διαστημικές βολίδες συνεχίζουν την πορεία τους προς τα όρια του ηλιακού συστήματος, και ο Voyager 1 καθίσταται πλέον το πρώτο ανθρώπινης κατασκευής αντικείμενο που περνάει το όριο αυτό για να φθάσει στο διαστρικό διάστημα.

Τα διαστημόπλοια Voyager μεταφέρουν το καθένα «ένα μπουκάλι στην κοσμική θάλασσα», ένα χρυσό δίσκο "Voyager Golden Record" που περιέχει εικόνες και ήχους αντιπροσωπευτικούς της ιστορίας του κόσμου μας: ένα γράφημα που δείχνει τη θέση της Γης στο διάστημα, μια εικόνα του εμβρύου, τη δομή του DNA, κραυγές ζώων, μια συλλογή από μουσικά θέματα... και τελικά μηνύματα σε 55 διαφορετικές γλώσσες.

Γνωρίζουμε ακριβώς σε ποια απόσταση από τον ήλιο είναι το Voyager 1, τα δεδομένα ενημερώνονται συνεχώς στην ιστοσελίδα του California Institute of Technology (http://voyager.jpl.nasa.gov/).

Γνωρίζουμε επίσης ότι το Voyager 1 κάποια στιγμή πρέπει να βγει από τη ζώνη επιρροής του ήλιου (ηλιόσφαιρα), όπου «κολυμπούν» η Γη και οι άλλοι πλανήτες του ηλιακού συστήματος, για να εισέλθει στο διαστρικό ή γαλαξιακό «αέριο», από το οποίο δημιουργούνται τα αστέρια.
Γνωρίζουμε επίσης ότι το Voyager 1 πέρασε το 2004 το «τελικό σοκ», όπου ο ηλιακός άνεμος επιβραδύνεται απότομα, για να εισέλθει στην εξωτερική περιοχή της ηλιόσφαιρας (heliosheath).

Αλλά αυτό που οι επιστήμονες δεν μπορούν να προβλέψουν με ακρίβεια είναι πότε το διαστημικό όχημα πρόκειται να διασχίσει τη «συνοριακή ζώνη» μεταξύ των δύο περιοχών, την ηλιόπαυση, της οποίας αγνοούμε την ακριβή τοποθεσία, που χωρίς αμφιβολία παρουσιάζει διακυμάνσεις.

Ημέρες, μήνες ή και χρόνια
Η ομάδα του Ρόμπερτ Ντέκερ (Εργαστήριο Εφαρμοσμένης Φυσικής του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, στο Μέριλαντ), αναφέρει στο περιοδικό Nature ότι το Voyager 1 έχει περάσει από το Μάρτιο του 2010 σε αυτό που αποκαλούν «περιοχή μετάβασης» την εξωτερική περιοχή της ηλιόσφαιρας. Ενάντια σε κάθε προσδοκία, τα ρεύματα ηλιακού ανέμου που μετρώνται σε αυτήν την περιοχή μετάβασης εμφανίζονται σχεδόν μηδενικά. Τον Μάιο, η αύξηση των κοσμικών ακτίνων που ήλθαν σε επαφή με το διαστημικό όχημα έθρεψε τις ελπίδες ότι ήταν πολύ κοντά στην ηλιόπαυση.
Μπορεί ήδη να «χορεύει στα όρια» του διαστρικού διαστήματος, δήλωσε την Τρίτη ο Εντ Στόουν επικεφαλής επιστήμονας του Voyager στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας. Αλλά θα μπορούσε να πάρει «ημέρες, μήνες ή και χρόνια» πριν το διαστημόπλοιο εισέλθει πραγματικά στο διαστρικό διάστημα.

«Το σύνολο των μετρήσεων των σωματιδίων δείχνει πολύ έντονα ότι είμαστε έξω ή ότι ετοιμαζόμαστε να εξέλθουμε από τον ηλιακό άνεμο», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο η Ροζίν Λαλμάν του Observatoire de Paris.

«Πολλά φαινόμενα έχουν αποδειχθεί στην πραγματικότητα πολύ διαφορετικά από τις προβλέψεις, από τον ηλιακό άνεμο σε μεγάλες αποστάσεις έως το "τελικό σοκ" την εξωτερική περιοχή της ηλιόσφαιρας, και αυτό συνεχίζεται με την ηλιόπαυση», σημείωσε η Γαλλίδα αστρονόμος.

Τα δύο Voyager αποκάλυψαν επίσης πολλές λεπτομέρειες σχετικά με τους δακτυλίους του Κρόνου και επέτρεψαν να ανακαλυφθούν οι δακτύλιοι του Δία. Μετέδωσαν τις πρώτες λεπτομερείς εικόνες των δακτυλίων του Ουρανού και του Ποσειδώνα. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι μπορούν να συνεχίσουν να συλλέγουν και να διαβιβάζουν τα δεδομένα μέχρι το 2020 και ίσως και το 2025.


ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ/real